Menu
A+ A A-

ΒΙΜΛΙΟ ΜΑΞΙΜΟΣ 1 1

Λάρισα, 7 Δεκεμβρίου 2017

ΟΜΙΛΙΑ ΜΑΞΙΜΟΥ ΧΑΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΤΑΘΗ
«ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΠΡΟΤΥΠΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ»
που πραγματοποιήθηκε στο Αμφιθέατρο του «Χατζηγιάννειου Δημοτικού Πνευματικού Κέντρου»

Η πρώτη μου εικόνα με τον συγγραφέα του βιβλίου είναι παραμονές των εκλογών του 1981 στο χωριό μου, στα Βούναινα. Αν και 13 ετών μου άρεσε να παρακολουθώ στα καφενεία τις προεκλογικές ομιλίες των υποψηφίων βουλευτών. Ο Θόδωρος Στάθης ήταν κοντοχωριανός μας, από την Κοιλάδα κι αυτό δημιουργούσε μια συμπάθεια -ήταν ένας από εμάς-, αλλά και δέος καθώς ερχόταν με περγαμηνές από πανεπιστήμια της Αμερικής. Ήταν η εποχή των γαλάζιων και πράσινων καφενείων. Ο Στάθης μίλησε σε γαλάζιο, δεν ξέρω αν είχε άγνοια κινδύνου ή ήταν επιλογή του. Μιλούμε για εποχές με έντονα πολιτικά πάθη. Μετέπειτα, πάντως, μίλαγε στο σωστό, πράσινο καφενείο.
Όταν πολιτεύθηκε ο Στάθης, ο δρόμος από την Κοιλάδα στα Βούναινα ήταν χωματόδρομος και αν έβρεχε και κατέβαζε νερό το Κάτω Ρέμα, ήταν επικίνδυνο να περάσεις τη γέφυρα έξω από το χωρίο μου. Σήμερα ο Λάρισα-Καρδίτσα είναι ένας ασφαλής σύγχρονος αυτοκινητόδρομος με δυο λωρίδες ανά κατεύθυνση και διαχωριστικό.
Τα χρόνια εκείνα, που η χώρα πρόλαβε και μπήκε στην τότε ΕΟΚ, στα Βούναινα υπήρχε ένα τηλέφωνο, στο μπακάλικο του μπάρμπα Κώστα, και αν κάποιον τον ζητούσαν στο τηλέφωνο, τον καλούσαν από το μεγάφωνο της κοινότητας. Σήμερα και στο τελευταίο σπίτι υπάρχουν όχι απλά σταθερά τηλέφωνα, αλλά κινητά και σύνδεση με το διαδίκτυο. Τότε οι μετακινήσεις γίνονταν κατά βάση με το λεωφορείο του ΚΤΕΛ. Σήμερα δεν υπάρχει σπίτι χωρίς αυτοκίνητο.
Τα μνημονεύω γιατί με τη φόρα που έχουν πάρει διάφοροι «αγανακτισμένοι» με περισσή ευκολία ισοπεδώνουν τη μεταπολίτευση και θεωρούν αυτονόητα όλα όσα απολαμβάνουμε σήμερα. Προφανώς, υπήρξαν λάθη και αστοχίες. Ζήσαμε για χρόνια με την ψευδαίσθηση της ευμάρειας των δανεικών, αλλά δεν πρέπει να αφορίζουμε μια ολόκληρη εποχή που χαρακτηρίζεται από την πιο ανέφελη δημοκρατική περίοδο της χώρας μας. Ούτε να διαγράφουμε με μια μονοκονδυλιά όλα όσα έγιναν.
Το βιβλίο του κ. Στάθη είναι απότοκο της αγωνίας του για τον τόπο. Είναι σκέψεις που, προφανώς, δημιουργήθηκαν κατά την μακρά περίοδο της ενασχόλησής του με τα κοινά, και του προσπόρισαν πλούσια εμπειρία, αλλά συμπυκνώθηκαν και οριστικοποιήθηκαν στα χρόνια της κρίσης. Μια κρίση που δυστυχώς, διανύουμε ήδη τον 8ο χρόνο της, χωρίς να διαφαίνεται διαυγής ορίζοντας μπροστά μας. Μια κρίση επίσης, που δεν περιορίζεται μόνον στην χώρα μας, αν και εδώ την βιώνουμε βαρύτερα. Έχει παγκόσμια χαρακτηριστικά και αναζητά εναγωνίως λύσεις.
Σε αυτήν την ιστορική καμπή, όπως συμβαίνει συνήθως, ανατρέχουμε στις πρώτες πηγές της πολιτικής ιστορίας. Κι αυτές δεν είναι άλλες από την αρχαία ελληνική γραμματεία και το ελληνικό παράδειγμα, ιδιαιτέρως αυτό της Αθηναϊκής Δημοκρατίας του λεγομένου Χρυσού Αιώνα.
Αυτό πράττει και στο βιβλίο του ο κ. Στάθης, στην απόπειρά του να ανανεώσει το περιεχόμενο της δημοκρατίας μας, να την αποκαθάρει από τις ξένες προσμείξεις. Σε όλο του το πόνημα ανατρέχει στην αρχαία Αθήνα, για να αντλήσει πρότυπα λειτουργίας και για τα σημερινά πολιτικά πράγματα. Το αποτέλεσμα είναι αρκούντως ικανοποιητικό.
Ο κ. Στάθης εκτιμά απεριόριστα την ελληνική κληρονομιά. Αυτό αναδεικνύεται και στην οξεία κριτική του σε όσους εκ της αλλοδαπής, αλλά και εγχώριους μιμητές τους, τείνουν να υποβαθμίζουν τα επιτεύγματα των «αργόσχολων» αρχαίων Ελλήνων, αλλά και του Βυζαντίου, που νομίζω ότι είναι -λιγότερο από το παρελθόν βέβαια- ο μεγάλος αδικημένος της ιστορικής κριτικής. Αν και θα διαφωνήσω μαζί του ότι η αρχαία ελληνική γραμματεία διασώθηκε μόνον μέσω των λατινικών και αραβικών μεταφράσεων, καθώς παραβλέπει το τιτάνιο έργο των μοναχών.
Βασικός πυρήνας του προβληματισμού του συγγραφέα είναι η Δημοκρατία, η οποία, όπως εύστοχα υπογραμμίζει «έχει αδυναμίες αλλά είναι η μόνη που έχει το σθένος να τις διορθώνει» (σελ. 42)
Δυστυχώς, η ίδια η ιδέα της Δημοκρατίας υπέστη τα προηγούμενα χρόνια σοβαρά πλήγματα. Το δίχως άλλο, κάποια από αυτά προέρχονται από χρόνιες παθογένειες, που εντέλει διαστρέβλωσαν την ίδια την ουσία του δημοκρατικού πολιτεύματος, και τις οποίες με χαρά είδα να επισημαίνει ο συγγραφέας. Ωστόσο, μαζί με τα ξερά είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να καούν και τα χλωρά, καθώς η αμφισβήτηση των αρχών της δημοκρατίας γενικεύθηκε αδίκως. Και αυτό εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους.
Ωστόσο, αυτό που φταίει δεν είναι η Δημοκρατία αλλά η απόκλιση από τους κανόνες της. Τώρα, που ο κύκλος της μεταπολίτευσης έχει ολοκληρωθεί, έστω και αν με την παρούσα κυβέρνηση βιώνουμε ένα γκροτέσκο της δεκαετίας του ‘80, μπορούμε να δούμε αντικειμενικότερα τα πράγματα, χωρίς κομματικές παρωπίδες, όπως νομίζω κάνει και ο κ. Στάθης στο βιβλίο του. Το πολιτικό εκκρεμές μετά την μεταπολίτευση μετακινήθηκε ραγδαία από την ακρότητα του «πολιτικού γύψου» στο χάος του όλα επιτρέπονται.
Γενιές μεγάλωσαν σ’ αυτό το περιβάλλον. Το αποτέλεσμα το διαπιστώνουμε στα μπαζωμένα ρέματα, στις καταλήψεις των πανεπιστημίων, στον τραμπουκισμό των οργανωμένων ομάδων, στη βασιλεία της μετριότητας.
Όμως, όπως λέει ο κ. Στάθης, «καμιά δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς εφαρμογή των νόμων, που πρέπει όμως να απηχούν τα χαρακτηριστικά της πραγματικής δημοκρατίας» (σελ. 88)
Και στην Ελλάδα ο νόμος δυστυχώς έγινε «λάστιχο», έγινε τα καλά και συμφέροντα του κάθε ατόμου και της κάθε οργανωμένης ομάδας. Όπως αναφέρει ο κ. Στάθης, η ύπαρξη των «κάθε μορφής συντεχνίας και ομάδων πίεσης, εντέλει διαστρέφουν τη δημοκρατία και ενισχύουν τις ανισότητες» (σελ. 78).
Μάλιστα, δεν διστάζει να στιγματίσει τη δεκαετία του ‘80 ως τον «χρυσούν αιώνα» για τον συνδικαλισμό, ο οποίος εξελίχθηκε στη συνέχεια σχεδόν σε αφεντικό της κυβέρνησης. (σελ. 125) Το αποτέλεσμα ήταν να μπλοκαριστούν απαραίτητες οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, να βυθιστούμε μέσα σε ένα αντιπαραγωγικό μοντέλο, που συντηρήθηκε και διογκώθηκε με δανεικά, για να σκάσει παταγωδώς μια ωραία πρωία.
Τι σχέση έχει με τη δημοκρατία η ισοπεδωτική λογική, που επικράτησε με πρόφαση την δημοκρατική ισότητα. Γιατί δημοκρατία είναι το περιβάλλον της ανάπτυξης όλων, μέσω της άμιλλας, της αξιοκρατίας, της επιβράβευσης της αριστείας, χωρίς εξαιρέσεις και ταξικούς αποκλεισμούς. Όπως τονίζει ο κ. Στάθης «η δημοκρατία πετυχαίνει τους στόχους γιατί στηρίζεται με αντικειμενικό τρόπο, κατ’ εξοχήν, στην αξιοκρατία. Η αξιοκρατία ευδοκιμεί πάντοτε σε δημοκρατικό καθεστώς» (σελ. 189). Γι’ αυτό και οι εχθροί της αξιοκρατίας, όπως και να αυτοχαρακτηρίζονται, είναι εχθροί της δημοκρατίας.
Ούτε προς όφελος της δημοκρατίας είναι η παντοδυναμία κάποιων ΜΜΕ, τα οποία δυστυχώς παίζουν το ρόλο συγκεκριμένων συμφερόντων και δεν υπηρετούν την αλήθεια. Και σε όσα γράφει για τις παλιότερες περιόδους ο κ. Στάθης θα ήθελα να συμπληρώσω ότι, δυστυχώς, στα χρόνια της κρίσης ήταν αρκετοί ο διαμορφωτές της κοινής γνώμης που παραπλάνησαν, ή που συνέβαλαν στην παραπλάνηση των πολιτών, προβάλλοντας και επαινώντας πασιφανώς ανυπόστατες θέσεις. Κάτι που αποδείχθηκε, αλλά με τεράστιο κόστος, σήμερα. Η ευθύνη τους είναι μεγάλη και στο ότι κάποια απ’ αυτά «ισοπεδώνουν πολλά πράγματα σε ότι αφορά στη πολιτική δραστηριότητα των κομμάτων, με αποτέλεσμα να προκύπτει στους πολίτες ότι όλοι ίδιοι είναι». (σελ. 101)
«Αυτά τα παραδείγματα βίωσε διαχρονικά η νεολαία μας και έτσι προέκυψαν τα «παιδιά του χαβαλέ» που με ορμητήριο τα πανεπιστήμια και τα σχολεία και με σύνθημα την ελεύθερη διακίνηση ιδεών κατέστρεψαν και συνεχίζουν να καταστρέφουν πολλά απ’ αυτά που με κόπο και θυσία αποκτά ο φορολογούμενος με τεράστιες οικονομικές και άλλες θυσίες» (σελ. 126).
Σ’ αυτό το περιβάλλον κυοφορήθηκαν και γιγαντώθηκαν εξαμβλώματα όπως των Εξαρχείων και άλλων γκέτο, που καταστρατηγούν το ύψιστο δικαίωμα του πολίτη που είναι η ασφάλειά του και εν τέλει η ελευθερία του. Αυτό σίγουρα δεν είναι δημοκρατία, είναι ολοκληρωτισμός, που εμφανίζεται με τον μανδύα της επαναστατικότητας. Και την ευθύνη έχουν όσοι έδωσαν και δίνουν πολιτικό άλλοθι σε ενέργειες βίας και τρομοκρατίας.
Σε όλο του το βιβλίο ο κ. Στάθης δεν σταματά να επαναλαμβάνει ότι σκοπός της δημοκρατίας είναι να εκπολιτίσει τον άνθρωπο, να μειώσει και να εξαλείψει τη σύγκρουση μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων. Κάτι που φαίνεται να μην γίνεται κατανοητό από όλες τις πολιτικές δυνάμεις, ιδίως αυτές που κατέχουν σήμερα την κυβερνητική εξουσία. Οι οποίες επενδύουν σε ένα διχαστικό λόγο, σε τεχνικές διαιρέσεις, στην καλλιέργεια εμπάθειας. Άρα δεν ελπίζω να βρει ευήκοα ώτα η προτροπή του ότι «έχει ακόμη ελπίδες στην αριστερά που βρίσκεται στην εξουσία, ώστε να ξεπεράσει την πάλη των τάξεων και να συμβιώσει με το κεφάλαιο για το καλό όλων». Σελ. 225
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άμβλυνση των οικονομικών ανισοτήτων είναι βασικός στόχος της δημοκρατίας. Εδώ θα συνυπογράψω ανεπιφύλακτα τη θέση του ότι «η ιδιωτική επιχείρηση πρέπει να αποτελεί την ιερή αγελάδα και με κάθε τρόπο να της εξασφαλίζουμε τα προς το ζην ώστε να διατηρείται, χωρίς διακοπή η ροή «γάλακτος» προς όλους μας» (σελ. 210).
Ο κ. Στάθης, και με την εμπειρία από κυβερνητικές θέσεις, κάνει μια σειρά από ενδιαφέρουσες προτάσεις, που θα κινητοποιήσουν την οικονομική μας μηχανή, στους καιρούς της παγκοσμιοποίησης αλλά και της όξυνσης των οικονομικών αντιθέσεων.
Εξαιρετική είναι η επισήμανσή του για το ρόλο της παιδείας, την οποία οφείλουμε να δούμε εξαρχής, αν θέλουμε να δημιουργήσουμε ευσυνείδητους πολίτες και καλλιεργημένους ανθρώπους.
Άφησα για το τέλος τις επισημάνσεις του για την πολιτική ζωή, τα κόμματα, τους βουλευτές και τις εκλογές. Συμφωνώ σε πολλά από όσα προτείνει, κάποια θέλουν περαιτέρω σκέψη και σε άλλα θα μου επιτρέψει να διατυπώσω κάποιες αντιρρήσεις.
Θα συμφωνήσω ότι τα κόμματα έχουν τη βασική ευθύνη για την πορεία που πήραν τα πράγματα στη χώρα μας. Ότι επικράτησε μια ρουσφετολογική λογική της σχέσης ψηφοφόρου και κόμματος και ότι οι διάφορες ομάδες συμφερόντων επέβαλαν την άποψή τους εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Αυτό που με μια λέξη το χαρακτηρίζουμε ως λαϊκισμό. Και το οποίο μας κατατρύχει έως σήμερα.
Έχουν όμως όλοι στον ίδιο βαθμό την ευθύνη γι’ αυτό; Και είναι μόνον ευθύνη του πολιτικού; Ίσως το «ψάρι να βρωμάει από το κεφάλι» και όπως σημειώνει ο κ. Στάθης «για να επιτευχθεί ο στόχος το καλό παράδειγμα πρέπει να έρχεται συνεχώς από την κορυφή» για να συμπληρώσει, ωστόσο, σωστά ότι «και η κοινωνία ολόκληρη πρέπει να είναι πρόθυμη και να επιθυμεί στην πράξη την υλοποίηση του πολύ σημαντικού αυτού στόχου» (σελ. 203). Κακά τα ψέματα. Το ταγκό χρειάζεται δύο.
Ο κ. Στάθης προτείνει μια σειρά μέτρων, που άπτονται της λειτουργίας των κομμάτων. Κάποια από αυτά ιδιαίτερα ρηξικέλευθα. Ωστόσο θα σταθώ σε δύο που εστιάζω και τις αντιρρήσεις μου. Το ένα είναι το θέμα του σταυρού, το οποίο αντικαθίσταται με την κλήρωση ανάμεσα στους υποψηφίους, μετά τις εκλογές. Διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα πεθάνει το ρουσφέτι. Το ρουσφέτι ωστόσο πνέει τα λοίσθια, ήδη, καθώς δεν υπάρχει η δυνατότητα για να ισχύσει. Αντιθέτως, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος της επικράτησης της αναξιοκρατίας, τουλάχιστον στο πλαίσιο που είναι δομημένη η κοινωνία μας.
Το δεύτερο, είναι το ζήτημα της απλής αναλογικής. Δυστυχώς, η Ελλάδα δεν έχει ένα μοντέλο δημόσιας διοίκησης που δουλεύει ανεξάρτητα από την πολιτική. Ένα εκλογικό σύστημα που δεν υποβοηθά στον σχηματισμό ισχυρών κυβερνήσεων επιφέρει αρνητικές συνέπειες. Και αυτό ελπίζω να μην το δούμε στις μεθεπόμενες εκλογές. Βεβαίως, ο κ. Στάθης βάζει μια δικλείδα ασφαλείας, να επιδοτείται με έδρες κάθε κόμμα που συμμετάσχει σε κυβερνητικό σχήμα. Πάλι, όμως, με δυσκολία μπορώ να σκεφτώ ότι ένα τέτοιο σχήμα θα λειτουργήσει αποτελεσματικά, στο σημείο, μάλιστα, που βρίσκεται η Ελλάδα.
Σε κάθε περίπτωση, το βιβλίο του κ. Στάθη συμβάλει με τον προβληματισμό του σε μια συζήτηση που πρέπει να γίνει, γιατί είναι επιταγή των καιρών. Το περιεχόμενο της Δημοκρατίας είναι αλληλένδετο με την ποιότητα της ζωής μας. Καλοτάξιδο.

 ΒΙΒΛΙΟ ΜΑΞΙΜΟΣ 2 1

back to top