Μιλάνο, 27 Μαρτίου 2022
Τοποθέτηση Γενικού Γραμματέα ΔΣΟ σχετικά με την εισβολή στην Ουκρανία σε συνάρτηση με την διοργάνωση της προσεχούς μας Γενικής Συνέλευση
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Όπως είναι φυσικό, είμαι υποχρεωμένος να αναφερθώ ιδιαιτέρως και εκτενέστερα στο μείζον ζήτημα των ημερών, που ταλανίζει την παγκόσμια κοινότητα, και το οποίο έχει, δυστυχώς, άμεσες συνέπειες και στην λειτουργία της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας.
Μιλώ, όπως αντιλαμβάνεστε, για τα δραματικά γεγονότα της Ουκρανίας, την ρωσική εισβολή και τον καταστροφικό πόλεμο που διεξάγεται σε αυτήν την κατά πλειοψηφία ορθόδοξη στο θρήσκευμα χώρα.
Εκ προοιμίου, νομίζω ότι όλοι συμφωνούμε ότι κάθε πόλεμος είναι καταδικαστέος. Γιατί πόλεμος σήμαινε και σημαίνει τον θάνατο ανθρώπων, ένοπλων αλλά και αμάχων - γυναικών, ηλικιωμένων ακόμη και παιδιών. Αυτών που στην κυνική γλώσσα αποκαλούνται παράπλευρες απώλειες.
Ο πόλεμος σημαίνει διάλυση των υποδομών, καταστροφή των έργων της ειρήνης, φτώχεια και ανέχεια.
Σημαίνει την προσφυγιά εκατομμυρίων συνανθρώπων μας, που αναζητούν στην ξενιτιά μια εστία προστασίας, μια στέγη και ένα πιάτο φαγητό, με ριζωμένο τον φόβο στις καρδιές τους και με την αγωνία για την επόμενη μέρα, αν θα επιστρέψουν ξανά στα σπίτια τους.
Σημαίνει έξαρση του μίσους μεταξύ των λαών, που δεν θα σβήσει την επόμενη μέρα του πολέμου -ακόμη κι αν ο πόλεμος λήξει σύντομα. Γιατί το μίσος φέρνει νέα βία και τον φαύλο κύκλο του αίματος και της διχόνοιας.
Σημαίνει, επίσης, στην εποχή μας, τον κίνδυνο μια γενικής ανάφλεξης, που μπορεί να πάρει ασύλληπτες διαστάσεις, λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη των πυρηνικών όπλων.
Επιπλέον, ως ΔΣΟ είμαστε εναντίον της επικράτησης του δόγματος ότι το δίκαιο της ισχύος είναι ανώτερο της ισχύος του διεθνούς δικαίου. Κι αυτό το αποδείξαμε πολλές φορές στο παρελθόν. Όπως για παράδειγμα στις θέσεις μας για την ειρήνευση στην Συρία, η οποία κινδύνευσε με την απόλυτη διάλυση, από την δράση των τζιχαντιστών και άλλων δυνάμεων που προωθούσαν τα δικά τους συμφέροντα.
Το αποδείξαμε με τις θέσεις μας για την στάση της Τουρκίας τόσο με τις αυθαίρετες μετατροπές των χριστιανικών ναών, και κυρίως της Αγίας Σοφίας, σε μουσουλμανικά τεμένη, όσο και την πολιτική που ακολουθεί στο Κυπριακό.
Το αποδείξαμε και αρκετά παλαιότερα με τον πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας.
Αυτές οι θέσεις κατά του πολέμου και υπέρ του δικαίου και της εδαφικής ακεραιότητας όλων των κρατών είναι θέσεις αρχής, που συνεχίζουμε να υπερασπιζόμαστε μέχρι σήμερα χωρίς παρεκκλίσεις.
Γιατί αν δεν το κάναμε θα ήμασταν αναξιόπιστοι, και θα υπονομεύαμε το διεθνές κύρος της ΔΣΟ, που με τόσο κόπο και με τέτοια συνέπεια, κατορθώσαμε να αναδείξουμε τα προηγούμενα χρόνια.
Γι’ αυτό και είμαστε αντίθετοι στην εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία, ανεξάρτητα από τις αιτίες που προβάλλει η ρωσική κυβέρνηση.
Εμείς πιστεύουμε ακράδαντα ότι μοναδική οδός επίλυσης των προβλημάτων είναι ο διάλογος, η διπλωματία, ο συμβιβασμός, επί των αρχών του διεθνούς δικαίου και των παγκοσμίως αποδεκτών ανθρωπιστικών αρχών.
Η επιστροφή σε ολέθριες πρακτικές που γνώρισε η ευρωπαϊκή ήπειρος κατά τον 20ό αιώνα είναι μια οπισθοδρόμηση του πολιτισμού μας. Καταδικάζει τις επερχόμενες γενιές σε έναν βίο φόβου, αγωνίας και αβεβαιότητας.
Είναι άραγε αυτός ο κόσμος που οραματιζόμαστε; Αυτός για τον οποίο εργαζόμαστε με την δραστηριότητά μας;
Στον διάλογο για το Μέλλον της Ευρώπης, βγήκαμε από την πρώτη στιγμή να υποστηρίξουμε δύο κεντρικές θέσεις:
Η μία για την υπεράσπιση των παραδοσιακών αξιών της Ευρώπης, των θεμελιακών της πυλώνων. Την αρχαία ελληνική γραμματεία, το ρωμαϊκό δίκαιο και την χριστιανική παράδοση στο σύνολό της -από τον Μέγαν Βασίλειο, μέχρι τον Φραγκίσκο της Ασίζης και τον Σέργιο του Ραντόνεζ. Μια θέση που έρχεται σε καταφανή αντίθεση με τις πολιτικές κύκλων στην Ευρώπη, που θέλουν, ορμώμενοι από τις ιδεοληψίες τους, να διαγράψουν με μια μονοκοντυλιά την ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού χάριν, υποτίθεται, ενός προοδευτισμού.
Και η δεύτερη θέση μας, βασιζόμενη προφανώς στην πρώτη, για μια μελλοντική Ευρώπη χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς χώρες πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας. Μια Ευρώπη που θα ξεκινά από τον Ατλαντικό και θα φθάνει μέχρι τα Ουράλια, όπως την οραματιζόταν ο μεγάλος Ευρωπαϊστής Σαρλ Ντε Γκωλ, με ενδοχώρα που θα φτάνει μέχρι το Βλαδιβοστόκ. Μια Ευρώπη με την δική της διακριτή παρουσία στον σύγχρονο κόσμο, και όλο τον πλούτο των συνιστωσών της σε μια γόνιμη σύνθεση.
Και αυτές τις θέσεις τις θέσαμε urbi et orbi, στην πόλη και την οικουμένη, με παρρησία και με την βεβαιότητα ότι έχουμε δίκιο.
Ο πόλεμος, όμως, στην Ουκρανία άλλαξε άρδην τα δεδομένα. Η θέση μας μένει μετέωρη, εφόσον παραμείνει το μεγάλο χάσμα. Και μάλιστα αντί της επιδιωκόμενης ενότητας υψώνεται -αν δεν έχει ήδη υψωθεί- ένα νέο σιδηρούν παραπέτασμα, ανατολικότερα του προηγούμενου, που ταλαιπώρησε την Ευρώπη κατά τον πρώτο ψυχρό πόλεμο. Και θύμα αυτής της απομάκρυνσης θα είναι και ο αδελφός ρωσικός λαός.
Θύμα, ωστόσο, της εισβολής είναι και η ίδια η Ορθοδοξία. Η Ορθοδοξία που εδώ και κάποια χρόνια ήδη είχε υποστεί σοβαρά πλήγματα, με αφορμή και το ουκρανικό εκκλησιαστικό πρόβλημα. Η διάχυση αυτής της αναστάτωσης δεν έχει αφήσει καμία εκκλησία χωρίς επιπτώσεις. Εμείς, βεβαίως, πάντοτε μια διακριτικότητα και με επίγνωση των ορίων και των αρμοδιοτήτων μας, επιχειρήσαμε να χαλυβδώσουμε την ενότητα του ορθόδοξου κόσμου, σε διακοινοβουλευτικό επίπεδο. Και νομίζω ότι μέχρι τώρα τα καταφέραμε εξαιρετικά σε αυτόν τον τομέα.
Τώρα, όμως, έχουμε έναν πόλεμο που διεξάγεται, ουσιαστικά, μεταξύ δύο ορθόδοξων λαών. Δύο λαών που έλαβαν τον λόγο του ευαγγελίου μέσω του Βυζαντίου στα χρόνια του Αγίου Βλαδίμηρου του Κιέβου, και πάνω σε αυτή την δωρεά διέγραψαν την ιστορική τους πορεία μέχρι σήμερα.
Σήμερα, όμως, όπως πληροφορούμαστε, οι βόμβες, οι πυροβολισμοί, η φωτιά καταστρέφουν νοσοκομεία, μαιευτήρια, ακόμη και ορθόδοξους ναούς και μοναστήρια σε αρκετές περιοχές της Ουκρανίας. Αναφέρω για παράδειγμα τον βομβαρδισμό της Λαύρας του Σβιατογκίρσκ στην περιοχή του Ντονέτσκ, που ανήκει στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, που υπάγεται στο Πατριαρχείο της Μόσχας. Πρόκειται για καταστάσεις που λυπούν την καρδιά κάθε Ορθόδοξου.
Για όλους τους παραπάνω λόγους πιστεύω ότι ορθώς καταδικάσαμε τον πόλεμο σαν μέσο επίλυσης των προβλημάτων μεταξύ των κρατών.
Ορθώς ζητήσαμε την άμεση παύση των εχθροπραξιών στην Ουκρανία.
Την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από το έδαφος της Ουκρανίας.
Την επίτευξη μιας συμφωνίας που θα βάζει τα θεμέλια μιας σταθερής ειρήνης, βάσει των κανόνων του διεθνούς δικαίου και του σεβασμού στην κρατική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα του κάθε κράτους.
Την επιστροφή στις εστίες τους όλων των προσφύγων που κατέφυγαν για να σωθούν είτε σε άλλες περιοχές της Ουκρανίας είτε στο εξωτερικό.
Τη χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης των υποδομών της Ουκρανίας με σκοπό την γοργή αποκατάσταση των ζημιών που υπέστη η ουκρανική οικονομία από τον πόλεμο.
Την αποκατάσταση του ελεύθερου δια ξηράς, θαλάσσης και αέρος εμπορίου στην Ουκρανία.
Την αποκατάσταση των ζημιών που έχουν υποστεί θρησκευτικά μνημεία από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και ελεύθερη άσκηση των θρησκευτικών δραστηριοτήτων όλων των Ουκρανών πολιτών, σύμφωνα με τις επιλογές τους.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Τα γεγονότα της Ουκρανίας προκαλούν σε όλους μας πόνο ψυχής και η έκκλησή μας -νομίζω θα συμφωνήσετε μαζί μου- έχει ως μοναδικό σκοπό να δοθεί μια ευκαιρία στην ειρήνη, που ήταν άλλωστε και η παραίνεση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ειρήνη στον κόσμο και στις καρδιές μας.
Εύχομαι και προσεύχομαι μέχρι την Γενική μας Συνέλευση να έχει γίνει ένα θαύμα και να επικρατήσει η σύνεση του παραλογισμού, η ειρήνη έναντι του πολέμου.
Σας ευχαριστώ.